Κατά της απόφασης για τη μονάδα αποθήκευσης υγρών καυσίμων και ασφαλτικών στη Λωρίδα Σαγιάδας προσφεύγει η Περιφέρεια Ηπείρου
Αναφορικά με την αδειοδότηση εγκατάστασης μονάδας αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίμων και ασφάλτου στη Λωρίδα Σαγιάδας, η Περιφέρεια Ηπείρου επισημαίνει:
1) Στη θαλάσσια περιοχή της Σαγιάδας έχουν εγκατασταθεί από το 1989 πλήθος ιχθυοκαλλιεργειών, που λειτουργούν με νόμιμες άδειες. Οι περισσότερες από τις μονάδες αυτές έχουν χρηματοδοτηθεί με σημαντικά κεφάλαια αρκετών εκατομμυρίων ευρώ από Εθνικούς και Κοινοτικούς πόρους για την ίδρυση ή και τον εκσυγχρονισμό τους, στα πλαίσια επενδυτικών σχεδίων από Επιχειρησιακά και Τομεακά Προγράμματα.
Σήμερα ο συνολικός τζίρος του κλάδου υπερβαίνει τα 65.000.000€ ανά κύκλο εκτροφής, προσφέροντας 450 θέσεις εργασίες, οι οποίες με τις εν εξελίξει αδειοδοτήσεις θα αυξηθούν στις 1.000 περίπου, χωρίς να συνυπολογίζονται οι θέσεις σε υποστηρικτικές του κλάδου δραστηριότητες.
Ο τοπικός κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας στην Π.Ε. Θεσπρωτίας υπερβαίνει το 12,5% της εθνικής παραγωγής και συνολικά το 5,5% της Μεσογειακής παραγωγής σε τσιπούρα και λαβράκι -με την Ελλάδα να είναι η μεγαλύτερη παραγωγός τους παγκοσμίως- αποτελώντας τον δυναμικότερο κλάδο της πρωτογενούς παραγωγής της χώρας μας και μάλιστα εξαγώγιμο. Τα μεγέθη αυτά καθιστούν τις ιχθυοκαλλιέργειες της Λωρίδας Σαγιάδας σημαντικό κλάδο όχι μόνο της περιφερειακής αλλά και της εθνικής οικονομίας.
Σημειώνεται ότι τα 2/3 των εξαγωγών της Περιφέρειας Ηπείρου είναι τρόφιμα με προϊόντα αιχμής τα ιχθυηρά (μερίδιο 32% επί των συνολικών εξαγωγών της και 84% επί των συνολικών εξαγωγών της Π.Ε. Θεσπρωτίας, όπως προκύπτει από στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.), προς τα οποία και προσανατολίζονται οι επενδυτικές δραστηριότητες και απορροφήσεις πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με αυτά τα δεδομένα, η Περιφέρεια Ηπείρου σε συνέργια με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχει προωθήσει «καλάθι αγροτικών προϊόντων» για την ανάπτυξη και την τόνωση της τοπικής οικονομίας, στο οποίο τα θαλασσινά ψάρια υδατοκαλλιέργειας (τσιπούρα, λαβράκι) έχουν αξιολογηθεί ως Προϊόντα Εθνικής Σημασίας με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η παραγόμενη ποιότητα των ιχθυηρών της περιοχής είναι διεθνώς αναγνωρισμένη, γι’ αυτό και εξάγεται σχεδόν στο σύνολό της.
2) Η υλοποίηση της αδειοδοτηθείσας μονάδας στην περιοχή -και μάλιστα σε οικολογικά ευαίσθητη περιοχή (πλησίον των παλαιών εκβολών του ποταμού Καλαμά)-αυταπόδεικτα εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ομαλή λειτουργία των νομίμως προϋφιστάμενων μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας και θα αποτελέσει μια μόνιμη ‘’βόμβα’’ για την περιοχή. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τη διαρροή πετρελαιοειδών στο θαλάσσιο χώρο τόσο σε ομαλές όσο και πρωταρχικά σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση και αποθήκευση πετρελαιοειδών μέσω της θάλασσας ανάμεσα από πυκνές ιχθυοκαλλιέργειες είναι ασύμβατη με τη λειτουργία των νόμιμα υφιστάμενων υδατοκαλλιεργειών, ακόμη και αν διασφαλίζεται η λήψη των πλέον ενδεδειγμένων μέτρων ασφαλείας, όπως έχει διαπιστωθεί από την Ειδική Γραμματεία Περιβάλλοντος ήδη από το 2011. Άλλωστε για τέτοιες δραστηριότητες προβλέπεται χωροθέτηση πλησίον του λιμανιού της Ηγουμενίτσας.
Επιπλέον, η αρνητική δημοσιότητα που κατά πάσα βεβαιότητα θα δοθεί από ανταγωνιστές γειτονικών χωρών (π.χ. Τουρκία) στην εγκατάσταση και λειτουργία μονάδας αποθήκευσης πετρελαιοειδών, η τροφοδοσία της οποίας, μάλιστα, γίνεται δια θαλάσσης, σε μία από τι περιοχές της χώρας με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας, είναι προφανές ότι θα αποβεί ζημιογόνα για το σύνολο της εξαγωγικής δραστηριότητας προϊόντων ιχθυοκαλλιεργειών της Π. Ε. Θεσπρωτίας αλλά δυνάμει και όλης της χώρας, καθώς είναι πλέον ή βέβαιο ότι θα αποφευχθεί η κατανάλωσή τους από το απαιτητικό και οικολογικά συνειδητοποιημένο καταναλωτικό κοινό των ευρωπαϊκών αγορών, στους οποίους κατ’ αποκλειστικότητα σχεδόν απευθύνονται. Άλλωστε η εξασφάλιση και κατοχύρωση των διεθνών αγορών έχει επιτευχθεί μέσω παραγωγής προϊόντων υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας, που με την εγκατάσταση της μονάδας υποβαθμίζονται.
Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η Περιφέρεια Ηπείρου αυτονόητα θα προσβάλλει την απόφαση τόσο διοικητικά όσο και δικαστικά -όπως έχει πράξει και στα προηγούμενα στάδια- μέχρις εξαντλήσεως όλων των ενδίκων μέσων στα εθνικά και ευρωπαϊκά όργανα και δικαστήρια προκειμένου να προστατευθεί το περιβάλλον, η δημόσια υγεία, η οικονομία και η ανάπτυξη της περιοχής.